18 Μαΐου 2024 6:46 πμ
Search

ΒΟΝΙΤΣΑ: Σαν αύριο 14 Μαρτίου η Βόνιτσα γιορτάζει το θαύμα της Αγίας Παρασκευής Μυρταρίου

Από σήμερα το απόγευμα  συρρέουν οι πιστοί για το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, που κατά παράδοση είναι η Αγία στην οποία προσεύχονται όλοι εκείνοι που αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τα μάτια τους. Αύριο 14 Μαρτίου στη Βόνιτσα γιορτάζουν το θαύμα της Αγίας που έγινε πολλά χρόνια πριν το 1938, εμφανιζόμενη σε ένα μικρό παιδάκι  δείχνοντας  του την τοποθεσία που ήθελε για   να την προσκυνούν ….και όλοι οι Βονιτσάνοι με ευλάβεια πάνε να προσκυνήσουν και να ανάψουν ένα κεράκι για τη χάρη της.

Μάλιστα η αυριανή μέρα θεωρείται μια μέρα νηστείας για όλους τους Βονιτσάνους ως ελάχιστο δείγμα της πίστης τους….Το θαύμα της Αγίας Παρασκευής που έγινε το έτος 1938 στη Βόνιτσα Αιτωλοακαρνανίας, που δεν πρέπει με το πέρασμα του χρόνου να ξεχαστεί.

Όλοι στην Βόνιτσα έχουν ακούσει από τους μεγαλύτερους για την ιστορία του θαύματος της Αγίας παρασκευής και το διαδίδουν στους νεότερους.

[ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΟΥ ΔΙΕΞΗΧΘΗ ΤΟ ΜΑΙΟ ΤΟΥ 1999, ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΠΙΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΠΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗ ΒΟΝΙΤΣΑ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΨΥΧΟΓΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΡΗΝΑ ΚΑΤΣΑΝΟΥ. ]
Συνομιλία με την Ρήνα Κατσάνου, 72 χρ., γέννημα-θρέμμα της Βόνιτσας από γονείς Μικρασιάτες πρόσφυγες του 1922 (μητέρα από την Ορντού του Πόντου και πατέρα από την Κων/πολη, παντρεμένη με Βονιτσάνο).
Ρήνα Κατσάνου: Έχουμι και την αγία Παρασκευή, πό’ ’χει κάνει θαύμα…
Ερευνήτρια (Ελένη Ψυχογιού): −Αυτή απέναντι;
Ρ. Κ.: −Ναι. Αυτό το γιορτάζομε και νηστεύομε, την ημέρα αυτή, στις 14 Μαρτίου. Δηλαδή την ημέρα που έκανε το θαύμα τ’ς…
Ερ.: −Τι θαύμα ήταν αυτό;
Ρ. Κ.: − Αυτό το θαύμα είναι, οι παλιοί-παλιοί, ήτανε εκκλησία η αγία Παρασκευή, όπως ήτανε ντυμένη στα μαύρα, και πηγαίνανε και κάνανε, έδεναν τ’ άλογα, κάμανε κουπριές, την είχαν αχρηστέψ’ την ικκλησία, τ’ν είχαν σαν αχούρ’.
Μιτά, ήταν ένα παιδάκι στ’ βάρκα τ’ ικεί, στην περαταριά, είδις, ικεί ήταν ένα παιδάκι, θα ’τανε δεκαοχτώ χρονών, αυτός έρχεται ακόμα στο θάμα τ’ς αγίας Παρασκευής και μας το μελετάει το θαύμα!
Ερ.: −Α, ζει δηλαδή αυτός.
Ρ. Κ.: −Ζει! Ζει ’κειός, ακόμα. Ήτανε δεκαοχτώ χρονών, 15-16 χρονών αυτός, κι αυτός πήγι, κάθ’σι η Αγιαπαρασκευή απάν’ στ’ μπλώρ’ [πλώρη,της βάρκας] κι το ξύπνησε το πιδάκ’ κι του ’πι, ότι θα πας κάτ’ −έζηγι κάποιος παπάς, πού ηταν ένας παράξενος, παπα- Κώστας λέγουνταν αυτός, ε. πέθαναν τώρα αυτήνοι οι παλιοί τώρα, πάνε. Αλλά η γιαγιά μ’ που ήταν, δούλευε την αστυνομία, παλιά, η γιαγιά μ’ πού ’ταμ πρόσφυγας δούλευε την αστυνομία, κι ’κεί το πιδάκι, ’πειδής έλεε αυτές τις κουβέντες, δεν του πίστευανι. Και το πιδί το πήρανε, του ’πανε, «θα σε βαρέσ’νε, δε θα πονέσεις», του ’πι αυτή, »θα πεις αυτά τα λόγια, ότι να ’ρθούνε να καθαρίσ’νε και να φτιάξ’νε την ικκλησία, γιατί εγώ δε θέλω βρωμιές», λέει, » θέλω να με καθαρίσ’νε».
Ερ.: −Το παιδί κοιμόταν ή ξύπνιο;
Ρ. Κ.: −Το παιδί ξύπνιου και την έβλεπε που του τά ’λε’ε, πό’ ’καν’ αυτό το θαύμα! Έλεγε, έλεγε, έλεγε, δεν το πιστέψανε το πιδί. Το ’κανε μούτο να το πιστέψ’νε, τήνε βλέπει πάλι, πάλι τήνε βλέπ’. Εκεί που άραζε, είνι ψαράς το πιδί κι άραζε ’κεί [κοντά στην εκκλησία] κι το μούτιασι το πιδί, να το δούνε μούτο, π’θενά, δεν το πίστευαν.
Ερ. : −Μούτιασε; Δηλαδή;
Ρ. Κ.: −Το μούτιασε, δηλαδή δε μίλαε [μουγκάθηκε], τ’ς είπ’ αυτά τα λόγια και μετά, δεν επιστεύανε. Το πήραν το πιδί, το ’κλεισανε φυλακή. Τέεετοιες αμπαριές [κλειδαριές] με ’λεε η γιαγιά μου, που τ’ς έσπασε [η Αγία] κι έβγαλε το παιδί από μέσα. Δεν πίστευε κανένας.
Απ’ τα πολλά να πούμι, που επίμενε, επίμενε τόσο πουλύ το πιδί, επήγανε και φτιάξανε τ’ν ικκλησία. Αυτήνη η εκκλησία τώρα τ’νε γιορτάζουμι στ’ς εικοσιέξ’, στ’ς εικοσιτρεις- εικοσιτέσσερις Ιουλίου και τη γιορτάζουμε και στ’ς εικοσιτέσσερις του Μάρτη. Εκείνη την ημέρα έγινε το θαύμα και τη γιορτάζουμι. Κάν’νε από το βράδυ λειτουργία, κάν’νε παρακλήσεις! Αρτοπλασίις! Την ημέρα τ’ς Αγιαπαρασκευής, τ’ μπαραμουνή το βράδ’ να δεις τι γένιτι! Πενήντα αρτοπλασίις πηγαίν’νε. Με βαρκούλες πηγαίν’νε απέναντι. Πηγαίν’νε και τ’ μπαραμουνή, πηγαίν’νε και τ’ν άλλ’ την ημέρα. Όποιος θέλει, τ’ν άλλ’ την ημέρα.
Ερ.: −Μένει κανείς και κοιμάται το βράδυ εκεί;
Ρ. Κ.: −Εκεί παλιά, έρχουντι Πρεβεζάν’ ικεί παλιά, ψένανε! Όργανα! Γινότανε δηλαδή ο χαμός. Μεγάααλο πανηγύρ’. Πουλύ μεγάλο πανηγύρ’! Ε, έκοβανε σιγά-σιγά. Αλλάέρχοντι από δεκαπέντι άτομα απ’ ’ν Πρέβιζα, γυναίκες, και κάθουνται τη νύχτα.
Ερ. : −Και τί κάνουνε; Ψέλνουνε;
Ρ. Κ.: −Ε, κά’νται, ψέλ’ν’νε, τα κιράκια τ’ς, τα καντήλια, αυτά. Αλλά παλιά όμως, πουλύ ωραία! Μεγάλο πανηγύρι! Έξω. Πάαινα και ’γώ ’κεί, που ’μ’να κοπελούλα, πάαινα το βράδ’ και κοιμόμουνα ’κεί. Ωχ, ωραία πράματα που ’ταν!! Πολύ μ’ άρεγαν αυτά. Τίποτε άλλο δεν έχουμι.

ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟΝ ΘΑΥΜΑ ΕΝ ΒΟΝΙΤΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

                      (Διαπίστωσις τοῦ γεγονότος)

Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκείνη την εποχή θα τα διαβάσετε αυτούσια όπως τα έγραψε ο πεθερός μου Στέλιος Παπαθανασίου, που εκείνο τον καιρό ασκούσε το επάγγελμα του Δικολάβου στην Βόνιτσα ώσπου να πάρει το πτυχίο της Νομικής, παράλληλα ήταν και δεξιός ψάλτης στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνα και ληξίαρχος της περιοχής. 
Έτσι όντως κοντά στην Εκκλησία και έχοντας τις γραμματικές γνώσεις κατέγραψε όλο το συμβάν του θαύματος και κατάφερε εν’ συνεχεία να τυπώσει αυτό το μικρό βιβλιαράκι εκείνη την εποχή με την βοήθεια του αδερφού του Αθανάσιου που έμενε στην Αθήνα.

Σας προσκομίζω λοιπόν παρακάτω το βιβλιαράκι που είχε διασώσει η πεθερά μου Μαρία Παπαθανασίου και που τώρα βρίσκεται στα δικά μου χέρια ώστε να διαβάσετε και εσείς αυτούσια την Ιστορία του θαύματος.


Βεβαίως εἰς τὴν σημερινήν μας ἐποχὴν θα βρεθοῦν

πολλοὶ ἀντιφρονοῦντες  ἱσχυριζόμενοι ὅτι τώρα εἰς τὸν
20ον αἰῶνα δὲν γίνονται θαύματα.Μερικοὶ μάλιστα ἴσως
ἀναγιγνώσκοντες τὴν παροῦσαν παριγραφὴν μηδιάσουν

εἰρωνικῶς, διὰ τὴν τοιαύτην ἡμῶν τῶν πιστευόντων ἀ-

φέλειαν ἢ πλάνην ἢ θρησκοληψίαν. Καὶ ὅμως, οὐδὲν μω-

ρότερον καὶ οὐδὲν παραλογώτερον, τοῦ μὴ πιστεύειν.

Διότι ἄν δεχθῶμεν τὸ δόγμα μερικῶν ὅτι : Δὲν πιστεύω 
διότι δεν είδα, επίπτομεν εἰς έναν φαῦλον κύκλον, ὅστις
δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴν παραφροσύνην. Καὶ ὅμως ἄπειρα
είναι τὰ παραδείγματα ἅτινα ἔχουν γίνη καὶ γίνονται διὰ
τοὺς ἀπίστους αὐτούς. Ὅμως ἀντιπαρερχόμαι ὅλα τὰ
ἀδικαιολόγητα τῆς κακῆς αὐτης νοοτροπίας, ἀφηγού-
μεθα μετὰ δέους τὸ συμβὰν ἐν Βονίτση – Ἀκαρνανίας
κατὰ τὸ ἔτος 1938 καταπληκτικὸν θαῦμα.
Εἰς το δυτικὸν μέρος τῆς πόλεως, ὄπισθεν τοῦ
φρουρίου, ἐπὶ τῆς ἀκτῆς εἰσόδου ὁρμίσκου ἀνοιγομένου
ἐλλειψοειδῶς καὶ σχηματίζοντος τὴν λιμνοθάλασσαν τοῦ
Μυρταρίου, ἤκμασε τὸ πάλαι ποτὲ ἡ Παμεγίστη Ἱερὰ 
Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς. Πλεῖστα ὅσα παλαιὰ συγ-
γράμματα μαρτυροῦν περὶ ταύτης. Ἔτι δὲ καὶ σήμερον 
διασώζεται εἰς τὸν χῶρον τῆς Μονῆς μέγα πλῆθος κα-
τερειπωμένων κελλίων καὶ ἑτέτων ἐπιβλητικῶν κτισμά-
των, ἅτινα ἀφηνουν ἔκθαμβον τὸν ἐπισκέπτην καὶ μαρ-
τυροῦν περὶ τοῦ μαγαλείου αὐτῆς.
          Εἰς τὸν ὅρμον λοιπὸν τοῦτον, ὅστις ἀ-
σφαλῆ λιμένα, εἰς ἕνα πλοιάριον εἰς ὅ εἰργάζετο ὡς βοη-
θὸς ὁ 17ετὴς Γρηγόριος Χρήστου Φαρδέλας, ἐκ τοῦ χω-
ρίου Συκιές —- Ἄρτης καὶ ἐνῶ οὗτος ἐκοιμᾶτο περὶ
ὥραν 7.30΄ μ. μ. τῆς 14 Μαρτίου 1938, ἤκουσε κρότον
πατημάτων πλησίον τῆς πρύμνης τοῦ πλοιαρίου.  Ἐγερ-
θεὶς εἰδε ἐμπρός του ἱσταμένην μίαν γυναῖκα μαλανοφο-
ροῦσαν καὶ φέρουσαν εἰς τὸ στῆθος της σταυρόν, ἔχου-
σαν δὲ ὑπὸ μάλης βιβλίον εἰς σχῆμα Εὐαγγελίου. Πλη-
σιάσασα αὕτη τὸν Γρηγόριον ἔπιασεν αὐτὸν ἀπὸ τὸ σα-
γόνι καὶ κτυπήσασα αὐτὸν ἐλαφρῶς εἰς τὰς παρειάς, τὸν
ἐπετίμησε διατὶ βλασφημεῖ τὰ Θεῖα καὶ διατὶ καταλύει
ἀσυστόλως τὰς νηστησίμους ἡμέρας. Τέλος συνεβούλευσεν 
αὐτὸν ἵνα ματανοήση εἰλικρινῶς διὰ τὰ παραπτὼματὰ του
αὐτα, παραλλήλως δὲ ὅπως συστήση εἰς τὸν κόσμον με-
τάνοιαν καὶ ἐπιστροφὴν εἰς τὸν δρόμον τοῦ Θεοῦ, ἄλλως
ὁ κόσμος θὰ ὑποστῆ πολὺ χειρότερα τῶν ὅσων ὑποφέ-
ρει.  Ὁ νέος κατάπληκτος ἐκ τοῦ φαινομένου ἐτόλ-
μησε καὶ ἠρώτησεν.
              – Πῶς θὰ μὲ πιστεύση ὁ κόσμος 
              – Ἂκουσε, τοῦ εἶπε, θὰ γίνης παράλυτος κατὰ τήν 
μίαν χεῖρα καὶ τὸν ἕνα πόδα, ἐπὶ δύο ἡμέρας καὶ κατόπιν
θὰ θεραπευθῆς πλήρως καὶ τοῦτο ἵνα πιστεύση ὁ κόσμος.
        Τέλος τὸν διέταξε νὰ μεταβῆ εἰς τὴν πόλιν τῆς Βο-
νίτσης καὶ νὰ ἀνακοινώση τὰ διατρέξαντα, τόσον εἰς τὸ
προσωπικὸν τοῦ ἰχθυοτροφείου εἰς ὃ εἰργάζετα, ὅσον καὶ
εἰς τὸν λοιπὸν πληθυσμὸν τῆς πὸλεως καὶ κατόπιν νὰ
ἐπιστρέψη εἰς τὸ πλοιάριον του, ἵνα κοιμηθῆ μόνος.
          Πράγματι ὁ νέος περίτρομος καὶ κλαίων μετέβη εἰς
παραλιακὸν καφενεῖον τῆς Βονίτσης καὶ ἐζήτει ἐπιμόνως
τοὺς προϊσταμένους του. Εὐρὼν δὲ αὐτοὺς ἀφηγήθη τὰ
πάντα αὐτοῖς λεπτομερῶς. Οἱ προϊστάμενοί του ἀκού-
σαντες προσεκτικῶς αὐτὸν, λόγω τῆς προκεχωρημένης
ὥρας, ἐσυνώδευσαν τοῦτον εἰς τὴν παρὰ τῶ ἰχθυοτρο-
φείω καλύβην του, ἵνα οὖτος ἡσυχάση καὶ διέλθη
τὴν νύκτα.
           
Οἱ εὑρισκόμενοι ὅμως ἐντός τοῦ καφενείου, εἰδόντες
τὸν παῖδα ἐν ἐξάλλω καταστάσει καὶ κλαίοντα, ἐζήτουν 
πληροφορίας περὶ τοῦ συμβάντος. Τινὲς δὲ ἐξ αὐτῶν ἐκ
περιεργείας παραλαβόντες καί τινας χωροφύλακας μετέ-
βησαν εἰς τὸ ἰχθυοτροφεῖον καὶ εὑρόντες τὸν παῖδα ἐζή-
τουν πληροφορίας περὶ τοῦ γεγονότος. Ὁ παῖς ἐπανέ-
λαβεν αὐτοῖς τὰ αὐτά. Τούτων ἀναχωρησάντων καὶ κατὰ
τὴν διάρκεια τῆς νυκτὸς ἐνεφανίσθη ἐκ δευτέρου ἡ με-
λανοφοροῦσα γυνὴ λέγουσα αὐτῶ << Ἐπειδὴ παρήκουσες 
τὴν ἐντολὴν μου καὶ δὲν ἐπῆγες εἰς τὸ πλοιάριον νὰ κοι-
μηθῆς, ὡς σὲ διέταξα, ἀλλὰ μετέβης εἰς τὴν καλύβην 
τοῦ ἰχθυοτροφείου, ἐκτος τῆς παραλύσεως ἣν θα ὑπο-
στῆς, θὰ χάσης τὴν φωνήν σου καὶ τὴν ὅρασίν σου καὶ
θὰ γίνης ὑγειὴς τὴν τρίτην ἡμέραν >>.  Πράγματι τὴν ἑπο-
μένη ἡμέραν οἱ ἄλλοι ἐργαζόμενοι ἐπεχείρησαν νὰ τὸν 
ξυπνήσουν, πλὴν οὗτος ἀπήντησε λέγων : εἶναι ἀκόμη 
νύκτα καὶ ἀμέσως ἀπώλεσε τὴν φωνὴν του, τὴν ὅρασίν 
του καὶ ἔπαθε παράλυσιν τοῦ ἑνὸς ποδὸς καὶ τῆς μιᾶς
χειρός του.

   
               
Οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως πληροφορηθέντες τὸ γεγο-
νός, κατάπληκτοι καὶ ἐν βαθεῖα συγκινήσει συνέρρεον
εἰς τὴν ὡς εἴρηται καλύβην ἔνθα εὑρίσκετο ὁ παῖς, ἵνα
ἴδωσι ἰδίοις ὄμμασι καὶ διαπιστώσουν τὸ λαβὼν χώραν
γεγονός. Ὄντως ἐντὸς αὐτῆς ἔκειτο ὁ νέος, ὅστις μόλις
πρὸ ὁλίγων ὡρῶν εἰχε καλῶς εἰς τὴν ὑγείαν τους ἤδη δὲ
ἄφωνος καὶ παράλυτος, τῆς καταστάσεως του ταύτης
διαπιστωθείσης παρὰ τῶν ἰατρῶν. << Μέγας ἦ Κύριε
καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα Σου >>.  Ἀπεφασίσθη πάραυτα
νὰ τελεσθῆ δέησις εἰς τὸν τόπον τοῦ θαύματος καὶ οἱ
ἱερεῖς τῆς Πόλεως μετὰ τῶν ἱεροψαλτῶν καὶ ὅλου τοῦ
παρευρισκομένου πλήθους, ἐτέλεσαν κατανυκτικωτάτην 
δέησιν, τοῦ παιδὸς κλαίοντος.
          Τὴν ἑπομένην ἡμέραν ἐπανέκτησεν ὁ νέος τὴν ὅρα-
σίν του, οὐχὶ ὅμως καὶ τὴν φωνήν του. Τὸ γεγονὸς τα-
χέως διεδόθη εἰς τὰ πέριξ χωρία τῆς Βονίτσης, ἔτι δὲ
εἰς Πρέβεζαν, Λευκάδα καὶ ἀλλαχοῦ. Ὁ κόσμος ἤρχισε 
νὰ συρρέη ἀθρόως εἰς τὸν τόπον τοῦ θαύματος, ἰδιως
οἱ Πρεβεζάνοι ἐν οἷς καὶ ὁ Μητροπολίτης των, ὅστις
διεπἰστωσε τὸ γεγονὸς παρ’ ἀξιοπίστων προσώπων, ἰδῶν
καὶ τὸν παῖδα παράλυτον. Τὸ συμβὰν πλέον διεδόθη εἰς
ὁλόκληρον τὴν Ἐπικράτειαν διὰ τοῦ τύπου ἀσχοληθέντος
μὲ τὸ γεγονὸς ἐπὶ μακρόν.


Τὴν 16ην Μαρτίου ὁ παῖς ἐζήτησε διὰ νευμάτων
χαρτὶ καὶ μολύβι καὶ ἔγραψε : << Αὔριον θὰ γίνω καλά>>.
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω ὁ κόσμος ἀνέμενε μὲ ἀγωνίαν τὴν
ἐπιοῦσαν. Κατὰ τὰ μεσάνυκτα ὁ νέος ἤκουσε μέγαν κρό-
τον εἰς τὸ κρεββάτι του καὶ φωνὴν λέγουσα : Ἀπὸ
τώρα εἶσαι καλά >>. Τότε οὗτως ἐφώναξε : Βασίλη σει-
σμός. (Ἐννοῶν ἕναν ἐκ τῶν ἐργατῶν τοῦ ἰχθυοτρο-
φείου). Οἱ ἀκαύσαντες ἐξεπλάγησαν. Τὴν ἄλλην ἡμέραν
τὸ πρωΐ, ὄντως ὁ παῖς ἦτο τελείως καλὰ εἰς τὴν ὑγείαν
του, πρὸς δόξαν καὶ αἶνον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων
Αὐτοῦ. Πράγματι οὗτος ἐγερθεὶς μετέβη εἰς τὴν πλη-
σίον εὑρισκομένην ἐκκλησίαν τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς,
ἵνα προσκυνήση ἐν αὐτῆ. Ὅταν ὅμως ἔστη ἔμπροσθεν
τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τῆς Ἁγίας ἔντρομος ἀνεγνώρισε τὴν 
ἐμφανισθεῖσαν αὐτῶ μελανοφοροῦσον γυναῖκα καὶ ἀνε-
βοήσε λέγων ! << Αὐτὴ ἦτο ἡ ἐμφανισθεῖσα μου γυναῖκα !>>.
           Τότε πλέον διαπιστωθέντος πλήρως τοῦ θαύματος
τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ὅλος ὁ κόσμος τὴν 17ην Μαρ-
τίου σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις μὲ συντριβὴν καὶ ταπείνω-
σιν ἐτέλεσεν μεγάλην παράκλησιν εἰς τὴν Ἁγίαν, ἐνῶ
ὁ παῖς ὡμολόγη μετὰ θάρρους ἐνώπιον πάντων τὸ θαῦμα
καὶ συνίστα ματάνοιαν εἰς πάντας καὶ ἐπιστροφὴν εἰς
Χριστόν, μὲ φωνὴν δὲ πάλουσαν ἀπὸ συγκίνησιν ἐδιη-
γεῖτο τὸ ὅσα εἶδε καὶ ὑπέστη. Κατόπιν δὲ τῶν οὕτω
πανηγυρικῶς διαπιστευθέντων καὶ ἐξακριβωθέντων, οὐδὲ
ἡ ἐλαχίστη ἀπέμεινεν ἀμφιβολία εἰς πάντας ὅτι πράγματι
ἐγένετο θαῦμα εἰς τὸν νέον καὶ πᾶντες ἐπίστευσαν ὅτι 
τὰ ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατὰ ἐστὶ παρὰ τῷ Θεῶ.
            Ἔκτοτε οἱ κάτοικοι τῆς Βονίτσης τιμοῦν καὶ γε-
ραίρουν ἰδιαιτέρως  τὴν Μεγαλομάρτυρα καὶ  Ἀθληφόρον
Ἁγίαν Παρασκευήν.
         Οὕτω παραλλήλως πρὸς τὴν πανήγυριν ἣ ἐπιτε-
λοῦν ἐν τῷ φερωνύμῳ Ναῷ Αὐτῆς κατὰ τὴν ἐπέτειον
τῆς μνήμης Της, ἑορτάζουν μεγαλοπρεπῶς καὶ τὴν ἐπέ-
τιον τοῦ λαβόντος χώραν κατά τὸ ἔτος 1938, ὡς ἄνω
θαύματος Αὐτῆς, δοξάζοντες τὸν Θεὸν καὶ τιμῶντες τὴν 
Μεγαλομάρτυρα καὶ προστάτιδα τῆς πόλεως Βονίτσης
Ἀθληφόρον Ἁγίαν Παρασκευήν. 
                                      Ἐν Βονίτση τῆ 18 Μαρτίου 1938 

Τώρα εγώ θα σας μιλήσω για τις συνήθειες της περιοχής όπως μου τις διηγούνταν η πεθερά μου η βάβω η Μαμή. (Παρασκευή Παπαθανασίου)

Η περιοχή της Βόνιτσας είχε πολλές Ηπειρώτικες συνήθειες και μια από αυτές ήταν και η συνήθεια της Καθαρής Δευτέρας.

Την Καθαρά Δευτέρα είχαν να μην νηστεύουν και να τρώνε ότι περίσσευε από τις Απόκριες λέγοντας ότι Καθαρή Δευτέρα λέγεται έτσι γιατί καθαρίζουν  ότι φαγώσιμο έχει μείνει από τις Απόκριες για να μπουν στη σαρακοστή.

Έτσι λοιπόν την Καθαρά Δευτέρα στο προαύλιο της Αγίας Παρασκευής συγκεντρώνονταν πολλές οικογένειες από τη Βόνιτσα φέρνοντας μαζί τους ότι είχε μείνει στον καθένα και όλοι μαζί στήνανε ένα γλέντι με φαγητά και χορούς. Μετά το θαύμα της Αγίας Παρασκευής αυτή τους η συνήθεια σταμάτησε και η Καθαρή Δευτέρα γινόταν πλέον με νηστίσιμα. Πρέπει  όμως τώρα να λύσουμε και μια παρεξήγηση.

Ο Γρηγόρης του θαύματος της  Αγίας Παρασκευής και ο Γρηγοράκης δεν είναι το ίδιο πρόσωπο αλλά δύο διαφορετικά πρόσωπα με το ίδιο όνομα που έζησαν και οι δύο την ίδια σχεδόν εποχή στη Βόνιτσα και ήταν και οι δύο από άλλα μέρη.

Πολλά από αυτά τα στοιχεία μας τα έστειλε η Δώρα Μπαίλη.

Σήμερα Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024 κ ώρα 17:00 μ.μ. θα τελεστεί ο εσπερινός  και αύριο Πέμπτη 14 Μαρτίου 7:00 – 9.30 π.μ. θα τελεστεί  Θεία Λειτουργία στην Αγία Παρασκευή Βόνιτσας

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Δ. ΚΟΥΤΙΒΗΣ