Μετά την πηγή της Άννα Ήρας, πήραμε το δρόμο για τη βρύση της Σωτήρας που το νερό πηγάζει κάτω απ το εκκλησάκι της και καταλήγει σε μια βρύση, που είναι έργο του πολεμικού ναυτικού, καθώς γράφει επάνω της.
ΑΚΤΙΟΝ. ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ 1897
Η γιορτή της Σωτήρας στις 6 Αυγούστου ήταν στα παιδιά μου χρόνια μια ξεχωριστή γιορτή. Αν μας έπαιρνε ο παπάς με τη βάρκα που τον πήγαινε, γλιτώναμε τον ποδαρόδρομο των τριών χιλιομέτρων για το πάει, και άλλα τόσα για το έλα.
Αν και το εξωκλήσι αυτό είναι το πιο μακρινό της Βόνιτσας, στη γιορτής του έφτανε πολύς κόσμος, άλλοι με τα πόδια και άλλοι με τις βάρκες, φορώντας τα καλά τους.
Δεν ξέρω γιατί τη γιορτή αυτή, την τιμούσαν πάρα πολλοί.
Ήταν βέβαια κατακαλόκαιρο και το τοπίο πανέμορφο.
Μετά τη λειτουργία αρχίζαμε εμείς τα παιδιά τα παιχνίδια, και οι μεγάλοι το μπάνιο, τα ψαρέματα και το φαγοπότι κάτω απ’ τα δέντρα. Μετά είχαν σειρά οι χοροί και οι κούνιες.
Αν και νηστεύαμε μέχρι της Παναγιάς, μόνο τη μέρα αυτή επιτρεπόταν να φάμε ψάρια. Ήταν παράδοση φτωχοί και πλούσιοι τη μέρα αυτή, να έχουν στο σπιτικό τους οπωσδήποτε τα ψάρια της Σωτήρας.
Έτσι πολύ απ’ τους προσκυνητές προτιμούσαν -για το καλό της μέρας- να ρίξουν και τις πετονιές στη θάλασσα, παρά να ασχοληθούν με τις κούνιες, που ήταν κρεμασμένες σε κάθε δέντρο.
Στη γιορτή αυτή, εμείς οι Μπουχαλιώτες γνωρίζαμε κι άλλες παρέες απ το Παζάρι και τον Κόκκινο και τα παιχνίδια που παίζαμε, γινόταν πιο ομαδικά.
Ο μπίκος, η αμπάρζα, η σκλέτζα, η γουρούνα και οι καβάλες στο περίβολο της εκκλησιάς και κάτω στην αμμουδιά, ήταν ατέλειωτα. Όμως τις περισσότερες φορές τα παιχνίδια αυτά ήταν αιτία παρεξηγήσεων.
Πιανόμασταν στα χέρια με φωνές και βλαστήμια στην αρχή, με κεφαλοκλειδώματα και κατρακύλες στο χώμα και μετά καταλήγαμε στον πιο αποτελεσματικό τρόπο επίλυσης των διαφορών, που ήταν ο πετροπόλεμος.
Άδειαζε ο χώρος απ τις στουμπιές που πέφτανε βροχή και οι μάχες φτάνανε πολλές φορές, μέχρι μέσα στις γειτονιές και τα σοκάκια της Βόνιτσας.
Τα σπασμένα τζάμια και τα κεραμίδια ήταν αυτά που πλήρωναν συνήθως τις δικές μας διαφορές.