Τουλάχιστον 700.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης έχουν εγκαταλειφθεί στη Δυτική Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, γεγονός που αντιστοιχεί στο 20% και πλέον των συνολικών εκτάσεων, σύμφωνα με πληροφορίες του «Νεολόγου». Την ίδια περίοδο, σχεδόν 30.000 αγρότες άφησαν τον κλάδο, δηλαδή, το 30% του συνολικού δυναμικού –μέχρι πρότινος- του κλάδου στην Περιφέρεια.
Τα στοιχεία χαρακτηρίζονται από πολλούς τρομακτικά και οι λόγοι της εγκατάλειψης δεν είναι άλλοι από τους εξής, όπως σημειώνουν ο πρόεδρος του αγροτικού συλλόγου Δυτικής Αχαΐας, αντιδήμαρχος Αγροτικής Ανάπτυξης του Δήμου, Γιώργος Βεσκούκης και ο αγρότης Γιώργος Παπαχριστόπουλος:
• Η μετακίνηση νέων ανθρώπων προς τα αστικά κέντρα
• Η πολυετής οικονομική κρίση
• Τα απόνερα του κορωνοϊού σε οικονομικό επίπεδο
• Η ενεργειακή ακρίβεια
• Το υψηλό κόστος παραγωγής
• Η υψηλή φορολογία
• Η κλιματική αλλαγή
• Η έλλειψη εργατών γης
• Τα αποθέματα νερού στους κάμπους, όπως και η ποιότητά του.
«Ενίσχυση από την Κυβέρνηση»
Οι αγρότες ζητούν άμεσα απαντήσεις από την Κυβέρνηση στα παραπάνω προβλήματα, με τη δεύτερη, μαζί με την Ευρώπη και την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, να προσπαθούν να διαχειριστούν την όλη συνθήκη που ακουμπά όλη τη γηραιά Ήπειρο. Ναι μεν φαίνεται πως το προηγούμενο χρονικό διάστημα υπήρξε στήριξη του κλάδου, όμως οι τακτικές ανατροπές σε παγκόσμιο επίπεδο δημιουργούν συνεχώς εξελίξεις.
Μειωμένη παραγωγή
Επιπροσθέτως, αξίζει να σημειωθεί πως οι επιπτώσεις όλων αυτών είναι καταστροφικές για την παραγωγή, γεγονός που σε συνάρτηση με την υψηλή ζήτηση δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ στις τιμές των προϊόντων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που προσφάτως ανέδειξε ο «Νεολόγος», η μειωμένη παραγωγή ελαιολάδου στην Αχαΐα, κατά 70% σε σχέση με πέρυσι, αφού βασικό ρόλο πέραν των παραπάνω έπαιξαν και οι καιρικές συνθήκες.
«Άμεσα ουσιαστικό σχέδιο»
Για τον κλάδο παρενέβη και η καθηγήτρια Ιατρικής, στέλεχος του ΠΑΣΟΚ στην Αχαΐα, Κατερίνα Σολωμού, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων:
«Αν η κατάσταση δεν αρχίσει να αλλάζει τάχιστα με εφαρμογή ενός πλήρους και ουσιαστικού σχεδίου οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για όλους μας. Ο στραγγαλισμός των αγροτών και η πορεία προς την περαιτέρω εγκατάλειψη της αγροτικής παραγωγής θα οδηγήσει σε νέες και συνεχείς αυξήσεις τιμών για τους καταναλωτές έως και σε επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, με δυσάρεστες συνέπειες συνολικά για την Ελληνική οικονομία, σε μακροοικονομικό επίπεδο.
Είναι επιτακτική η ικανοποίηση του αιτήματος των ελαιοπαραγωγών και του Νομού Αχαΐας για άμεση ενίσχυση προς 200 ευρώ ανά στρέμμα, δεδομένης της μειωμένης παραγωγής. Η κυβέρνηση αδυνατώντας να αντιληφθεί την κατάσταση έγκαιρα και να λειτουργήσει με μέριμνα βοηθώντας τον Έλληνα παραγωγό, αδιαφόρησε και πάλι, λειτουργώντας με εγκληματική αμέλεια.
Η λάθος καταβολή των επιδοτήσεων και της χαοτικής κατάστασης που δημιουργήθηκε από τον ΟΠΕΚΕΠΕ που σε αρκετές περιπτώσεις χρήζει εισαγγελικής έρευνας, τα υψηλά κόστη των αγροεφοδίων, καυσίμων, ενέργειας και η έλλειψη εργατών γης, οι στρεβλώσεις της αγοράς, έχουν οδηγήσει σε τέλμα και απόγνωση τον αγροτικό κόσμο»
Η εξαγωγική δραστηριότητα
Εξάλλου, σύμφωνα με αγρότες που μιλούν στο «Νεολόγο», «ο δεύτερος φάκελος προβλημάτων συνίσταται στην εξωστρέφεια της ελληνικής γεωργίας. Η τόνωση της εξωστρέφειας, δηλαδή της εξαγωγικής δραστηριότητας, επιτάσσει τρεις προϋποθέσεις, οι οποίες δεν εφαρμόζονται συνολικά στη χώρα. Προϋπόθεση πρώτη είναι η συνεργασία. Απαιτείται τόσο η συνεργασία μεταξύ των παραγωγών όσο και η σύμπνοια με τις εξαγωγικές επιχειρήσεις. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η αξιοπιστία. Δηλαδή η συνεχής ή για μεγάλα διαστήματα παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, τα οποία είναι ελεύθερα φυτοφαρμάκων ή τουλάχιστον εντός των επιτρεπόμενων ορίων. Προϋπόθεση τρίτη είναι η εξέλιξη».
Πιστοποιημένα προϊόντα
Κατά τους ίδιους, «η χώρα μας δεν μπορεί να παράγει τεράστιες ποσότητες προϊόντων χαμηλής ποιότητας και να ανταγωνιστεί πολύ μεγαλύτερες χώρες ή χώρες με φθηνότερα εργατικά χέρια. Ωστόσο μπορεί να παράγει επαρκείς ποσότητες αρίστης ποιότητας προϊόντων. Τα προϊόντα αυτά πρέπει να έχουν πιστοποίηση, δηλαδή ταυτότητα. Κατά αυτό τον τρόπο η ελληνική γεωργία μπορεί να καταστεί βιώσιμη και ανταγωνιστική. Σε κάθε περίπτωση, ο παραγωγός πρέπει να επιλέξει σε ποια κατηγορία θέλει να ανήκει και να την υποστηρίξει».
«Καλλιεργούν χωρίς ανάλυση εδάφους»
Τέλος, αρκετοί εκφράζουν τον προβληματισμό τους για μια πολύ σοβαρή διαπίστωση: «οι αγρότες σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό δεν απευθύνονται πια στα ερευνητικά ιδρύματα και τους ερευνητές-γεωπόνους, για να πάρουν πληροφορίες και να καθοδηγηθούν σωστά στην επίλυση προβλημάτων των καλλιεργειών τους.» Για παράδειγμα, η ανάλυση εδάφους θα δείξει ποιο θρεπτικό στοιχείο λείπει από το χωράφι και πρέπει να του δοθεί. Το εν λόγω γεγονός πολλές φορές έχει καταστροφικές συνέπειες στην παραγωγή.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΓΚΟΛΗΣ
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Νεολόγος*
https://veloutsanews.blogspot.com/